Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

"Το βαμμένο πουλί " του Γιέρζι Κοζίνσκι

0 σχόλια

«Όταν πιά μαζεύονταν γύρω μας κάμποσα πουλιά,ο Λεχ μου έκανε νόημα ν’αμολήσω τον «αιχμάλωτο».Το πουλί πετούσε ψηλά,ευτυχισμένο κι ελεύθερο, μιά πιτσιλιά ουράνιου τόξου με φόντο τα σύννεφα, και μετά χωνόταν στο καστανόχρωμο κοπάδι που το περίμενε. Τ’άλλα πουλιά σάστιζαν προς στιγμήν. Το βαμμένο πουλί έκανε κύκλους από τη μιά άκρη του κοπαδιού στην άλλη, προσπαθώντας του κάκου να πείσει τους ομοίους του ότι ήταν ένας απ’αυτούς. Ζαλισμένα όμως από τα εκθαμβωτικά του χρώματα, τ’άλλα πουλιά πετούσαν γύρω του αμετάπειστα και παρά το ζήλο με τον οποίο το βαμμένο πουλί προσπαθούσε να χωθεί στο κοπάδι, εκείνα το έδιωχναν όλο και μακρύτερα. Αμέσως μετά, τα βλέπαμε να του ορμούν μανιασμένα, το ένα μετά το άλλο και να το ξεπουπουλιάζουν. Σε λίγο, η πολύχρωμη φιγούρα έχανε τη θέση της στον ουρανό κι έπεφτε στο έδαφος. Όταν επιτέλους το βρίσκαμε, το βαμμένο πουλί ήταν συνήθως νεκρό. Ο Λεχ έσκυβε πάνω του και μετρούσε με ζέση τα χτυπήματα που είχε δεχτεί. Αίμα έσταζε από τα βαμμένα φτερά του, διέλυε την μπογιά και λέρωνε τα χέρια του Λεχ.»

Νομίζουμε ότι είναι εύκολο να απαλλαγούμε από τις δυσοίωνες σκέψεις που προκαλούν τέτοιες εικόνες. Αυτό συμβαίνει στην άγρια φύση, λέμε. Ο πολωνικής καταγωγής Γιέρζι Κοζίνσκι δείχνει μ' αυτό το βιβλίο πόσο έξω πέφτουμε αν πιστεύουμε ότι έχουμε απομακρυνθεί από τη φυσική κατάσταση που ορίζεται από το ένστικτο και την ανάγκη.

Ένα 7χρονο παιδί στέλνεται από τους γονείς του κάπου στην ύπαιθρο της Ανατολικής Ευρώπης για να σωθεί από τη γερμανική απειλή. Όταν η ανάδοχη μητέρα του σε λίγο καιρό πεθαίνει, ο μικρός ξεκινάει μια βασανιστική περιπλάνηση. Τα μελαχρινά χαρακτηριστικά του παιδιού το ξεχωρίζουν από τους χωριάτες κάνοντάς το να μοιάζει με τσιγγανόπουλο ή εβραιόπουλο (η πραγματική του ταυτότητα δεν μας δίνεται ποτέ). Αυτό το "βαμμένο πουλί" κάθε άλλο παρά προκαλεί την τρυφερότητα ή τον οίκτο των ντόπιων. Είναι μόνο ο φόβος των γερμανικών αντιποίνων που οδηγεί σ' αυτές τις συμπεριφορές ή είναι η γενικότερη απέχθεια προς τον "ξένο", τον "άλλο";

Επιλέγοντας την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ο Γ.Κ. καταφέρνει να μας δώσει μια ωμή περιγραφή των περιπετειών του νεαρού του ήρωα σε μια γλώσσα απαλλαγμένη από ηθικές κρίσεις, που πολλές φορές γίνεται η ίδια βάναυση, μια και ο μικρός παύει σιγά-σιγά να σοκάρεται, μεγαλώνει , αναγκάζεται να συνηθίσει για να επιβιώσει, φτάνοντας στην εσχατιά της ανθρώπινης κατάστασης. Καθώς διαδέχονται η μία την άλλη οι σκηνές προλήψεων, μαγγανείας, προκαταλήψεων, ωμής βίας, λαγνείας και φόνου, αναρωτιέται κανείς πόσο χρειάζεται να ξύσει  το βερνίκι του πολιτισμού μας για να "ανακαλύψει" αυτή την ελλοχεύουσα φρίκη. Αρκεί ίσως ένας πόλεμος, μια καταστροφή, ή ίσως μια οικονομική κρίση (βλ. και "Η χρονιά της ερήμου" του Πέδρο Μαϊράλ) για να ξαναβρεθούμε "εκεί"...

Πολλοί προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το βιβλίο ως αυτοβιογραφικό. Σήμερα πιστεύεται ότι ο Γ.Κ. χρησιμοποίησε εξίσου αυτοβιογραφικά με μυθοπλαστικά στοιχεία και αφηγήσεις άλλων. Αποφεύγοντας να προσδιορίσει επακριβώς την ταυτότητα του παιδιού ή τον χώρο όπου διαδραματίζεται η οδύσσειά του, ο συγγραφέας - πολωνοεβραίος μετανάστης στις Η.Π.Α. ο ίδιος - πετυχαίνει να προσδώσει πανανθρώπινες διαστάσεις. Όπως ήταν φυσικό, το μυθιστόρημα (πρωτοκυκλοφόρησε το 1965) γνώρισε πολλές αρνητικές αντιδράσεις. Όμως άντεξε στον χρόνο και αναγνωρίζεται πια ως κλασικό. Βέβαια σ' αυτό βοήθησε, πέρα από την αξία του αυτή καθ' εαυτή, και το ότι γράφτηκε στα αγγλικά και όχι στη μητρική γλώσσα του συγγραφέα.

"Το βαμμένο πουλί" διαβάζεται με κομμένη την ανάσα και σε αφήνει συγκλονισμένο. Αναμφίβολα δεν θα το συνιστούσα σε όσους θέλουν να διατηρήσουν την πίστη τους στην καλοσύνη της ανθρώπινης φύσης ή σε όσους απλώς αποφεύγουν τα σοκαριστικά αναγνώσματα. Για τους υπόλοιπους, τους πιο τολμηρούς, θα μπορούσε να είναι μια ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ.

Share/Bookmark

Σχόλια

Ετικέτες